Το μπάσκετ συναντάει δύο γενιές!
Ο Μάνος Χατζηδάκης είναι ένα από τα ανερχόμενα ταλέντα του ελληνικού μπάσκετ. Ανήκει εδώ και λίγα χρόνια στην ΑΕΚ και φέτος του δόθηκε η ευκαιρία να βρεθεί για πρώτη φορά με ενεργό ρόλο σε ανδρική ομάδα, αγωνιζόμενος με τη μορφή δανεισμού στο Μαρούσι. Ο ύψους 2,08 πάουερ φόργουορντ- σέντερ του Αμαρουσίου έχει κερδίσει μέχρι στιγμής τις εντυπώσεις στο φετινό πρωτάθλημα, μετρώντας 12,2 πόντους και 4 ριμπάουντ ανά αγώνα, εκ των οποίων τα 2,6 είναι επιθετικά. Φυσικά, ο νεαρός ανερχόμενος «ψηλός» έχει και… εθνικό παρελθόν, όντας αρχηγός στην Εθνική Εφήβων και τιμώντας τη φανέλα της Εθνικής σε όλα τα τμήματα της.
Το basketblog.gr συνάντησε τον Μάνο Χατζηδάκη μαζί με τον πατέρα του, Γιώργο Χατζηδάκη, παλιά δόξα των ελληνικών παρκέ που τα τελευταία χρόνια ασχολείται ενεργά σαν προπονητής και φέτος βρίσκεται στις υποδομές του Μίλωνα. Οι δυο τους μίλησαν για την κοινή τους πορεία στο μπάσκετ, την απόφαση του Μάνου να ασχοληθεί με το άθλημα που αγαπά, τις συμβουλές του μπαμπά Γιώργου αλλά και το μέλλον τους.
-Πώς νιώθεις καταρχάς που σου δίνεται η ευκαιρία να αγωνιστείς στην πρώτη σου επαγγελματική σεζόν σε ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα όπως η Α2;
Μάνος Χατζηδάκης: «Καταρχάς δεν έχει καμία σχέση το ανδρικό με το εφηβικό επίπεδο. Όσο και να το περιμένεις, μέχρι να το συναντήσεις, θέλει χρόνο προσαρμογής. Δεν υπάρχει καμία σχέση στο επίπεδο ταχύτητας και επαφών. Χρειάστηκα ένα χρόνο προσαρμογής, αλλά πιστεύω έχω ξεκινήσει καλά τη σεζόν, προσπαθώ συνεχώς να βελτιώνομαι και να συνηθίσω την κατηγορία και με έχουν βοηθήσει πολύ και οι συμπαίκτες μου στη γρήγορη προσαρμογή μου»
-Αναφορικά με τους συμπαίκτες σου, έχετε δημιουργήσει ένα νεανικό σύνολο, μια παρέα, σε έχει βοηθήσει αυτό στην παρουσία σου στην ομάδα;
Μ.Χ.: «Με βοηθάει πάρα πολύ που είμαστε μια νεανική ομάδα και μας πιστεύουν κιόλας, δεν είναι ότι απλά δεν βρήκαν άλλα παιδιά στο Μαρούσι και μας πήραν. Μας επέλεξαν, μας έχουν δώσει ρόλο και σε συνδυασμό με τους 3-4 έμπειρους παίκτες που διαθέτουμε έχουμε δομήσει το ρόστερ μας. Ειδικά οι έμπειροι παίκτες μας σέβονται και μας έχουν βοηθήσει, μιας και είναι παίκτες που αγωνίζονται χρόνια στις κατηγορίες, αλλά το σημαντικότερο είναι αυτό που είπες και εσύ. Είμαστε μια παρέα, δεν έχουμε την πίεση του να πάρουμε τα παιχνίδια, γιατί δεν στοχεύουμε στην άνοδο, αλλά σε μια καλή πορεία στην κατηγορία και στην παραμονή. Γενικότερα θα ήταν καλό να το κάνουν και άλλες ομάδες, να δώσουν χώρο σε νέα παιδιά».
-Το γεγονός ότι ανήκεις στην ΑΕΚ είναι ένα παραπάνω βάρος για σένα ή ένα παραπάνω κίνητρο;
Μ.Χ.: «Δεν το βλέπω σαν βάρος, περισσότερο σαν κίνητρο το έχω στο μυαλό μου. η απόφαση να πάω δανεικός ήταν από κοινού με την ΑΕΚ προκειμένου να ψηθώ και φέτος είναι κίνητρο η χρονιά γιατί θέλω να αποδείξω τι αξίζω και να δείξω ότι μπορώ να παίξω στην ΑΕΚ»
-Πώς το ζείτε εσείς σαν πατέρας, πώς ζείτε τα βήματα του, όχι μόνο στο Μαρούσι αλλά και γενικότερα στην πορεία του μέχρι σήμερα;
Γιώργος Χατζηδάκης: «Ο Μάνος θεωρώ ότι πάλεψε πάρα πολύ όπως όλα τα παιδιά, απλά χρειάζονται κάποιες σωστές αποφάσεις και επιλογές. Πρέπει να το επιθυμείς, το επιθυμεί. Η φετινή χρονιά ήταν πολύ δύσκολη για τον ίδιο μιας και είχε το μεγάλο αγώνα για τις πανελλήνιες, σε συνδυασμό με το μπάσκετ. Θεωρώ ότι τα κατάφερε γιατί πέρασε στο Οικονομικό Τμήμα του Καποδιστριακού και τα πήγε εξαιρετικά γιατί είναι πολύ δύσκολο ένα παιδί να συνδυάζει το επαγγελματικό κομμάτι του μπάσκετ με τις σπουδές. Μπασκετμπολίστας δεν μπορείς να είσαι για μια ζωή. πρέπει να είσαι και κάτι άλλο στην κοινωνία μόλις τελειώσεις από το μπάσκετ, σίγουρα όχι πρώην μπασκετμπολίστας. Θα πρέπει λοιπόν να βλέπει την επόμενη του μέρα, χαίρομαι που το βλέπει έτσι. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να τα συνδυάσεις, αλλά όχι και ακατόρθωτο. Θέλει πολύ δουλειά και προσπάθεια και θέλει να μπορείς να βάζεις σε μια προτεραιότητα τις επιλογές σου, σε μια σειρά»
-Πάνω σε αυτό που είπε ο πατέρας σου, μιας και η περσινή σεζόν ήταν η χρονιά της ενηλικίωσης σου και με δεδομένο ότι υπάρχουν άλλα παιδιά που μπαίνουν τώρα στη διαδικασία των Πανελληνίων, πώς το έζησες εσύ και τι θα προέτρεπες εσύ αυτά τα παιδιά να κάνουν;
Μ.Χ. «Όπως σου είπε και ο πατέρας μου, ήταν μία πάρα πολύ δύσκολη χρονιά για μένα. Μια χρονιά που χρειάζεται να θυσιάσεις πολύ χρόνο, να θυσιάσεις την ξεκούραση και την καλοπέραση σου. Διάβασα, σίγουρα δεν διάβασα όπως άλλα παιδιά που διαβάζουν για να μπουν στην ιατρική, αλλά διάβασα για να μπω σε μια σχολή που θα έχω μέλλον. Η συμβουλή μου στα άλλα παιδιά είναι να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο. Το μπάσκετ είναι μέχρι τα 35-40 και πρέπει να έχεις κάτι να ασχοληθείς μετά το μπάσκετ. Να μην φτάσεις σε σημείο να νοσταλγείς το μπάσκετ και να μην έχεις τι να κάνεις».
-Πότε καταλάβατε ότι κλίνει προς το μπάσκετ;
Γ. Χ. «Θα πω μια προσωπική ιστορία. Κάποτε όταν διοριστήκαμε στη Λέρο εγώ και η σύζυγος μου, είχαμε την επιθυμία να κάνουμε την αγορά ενός σπιτιού. Η σύζυγος μου μου είπε ότι είναι καλύτερο να μην αγοράσουμε ένα σπίτι σε ένα ακριτικό νησί γιατί μπορεί τα παιδιά να θέλουν να παίξουν μπάσκετ. Εγώ τότε της είπα ότι δεν θα αποφασίσω εγώ και ενώ ο Μανώλης ήταν 3-4 χρονών, για το σπίτι με βάση το αν θα παίξουν μπάσκετ. Δηλαδή επειδή έπαιξα εγώ μπάσκετ θα έπρεπε να παίξουν και τα παιδιά μου; Γι’ αυτό και πήραμε εκείνο το σπίτι. Θέλω να σου πω ότι η πορεία του Μανώλη, ήταν ακριβώς η δική του πορεία. Δεν είχα κάποια σχέση εγώ ή κάποια επιθυμία. Εγώ έπαιξα μπάσκετ για μένα. Γι’ αυτό και όταν τον είχα σαν αθλητή είχαμε μόνο μία επαγγελματική συνεργασία στο παρκέ. Εμένα αυτή είναι η δουλειά μου και εσύ αυτά πρέπει να κάνεις. Όταν έφυγε από τα χέρια μου, έφυγε τελείως. Δεν έχω κανένα λόγο ύπαρξης ούτε στην εξέδρα ούτε συζήτησης περί μπάσκετ. Ο Μάνος έχει εξαιρετικά προπονητικά επιτελεία όπου κι αν βρίσκεται. Χαίρομαι να ακούω για το Μανώλη ότι προοδεύει και χαίρομαι ακόμα περισσότερο όταν τον βλέπω να γυμνάζεται εκτός Αμαρουσίου, έχει δικό του διατροφολόγο, βλέπω ένα παιδί που θέλει συνεχώς να εξελίσσεται και είναι πολύ καλό αυτό για έναν άνθρωπο. Ο Μανώλης όταν φύγαμε από τη Λέρο είπε μια μεγάλη κουβέντα. Είπε ότι ήθελε να γίνει επαγγελματίας παίκτης. Του εξήγησα τι σημαίνει αυτό και τον είδα να συνεχίζει να το επιθυμεί. Όταν συνειδητοποίησα ότι τα λόγια γίνονταν πράξεις, με έκανε ευτυχισμένο γιατί ξέρω ότι η επιτυχία έχει γίνει. Φτιάχνει τα όνειρα του με πράξεις. Το κρεβάτι μας είναι πολύ ωραίο όταν ονειρευόμαστε. Όταν γίνονται πράξεις όμως είναι ακόμα ωραιότερο. Χαίρομαι για αυτόν και μπράβο του και εύχομαι να τον δω όσο και όπου το επιθυμεί εκείνος».
-Τι ήταν αυτό που σε ώθησε να πάρεις την μεγάλη απόφαση και να ασχοληθείς σοβαρά με το μπάσκετ σε εκείνη την ηλικία;
Μ.Χ.: «Κοίταξε, το μπάσκετ στη Λέρο ήταν να μαζευτούμε εγώ με την παρέα μου, να κάνουμε προπονήσεις, δεν μας ένοιαζε η διάκριση και οι πόντοι, παίζαμε για να χαρούμε και να κερδίσουμε. Εγώ πήγαινα αρκετά καλά και το ένιωθα και εγώ ο ίδιος. Ξαφνικά έρχεται μία κλήση από τα κλιμάκια της Εθνικής. Πήγα εκεί και είδα παιδιά καλύτερα από μένα, πιο γυμνασμένα, πιο έτοιμα. Εγώ το ήθελα αυτό, ήθελα να φτάσω στο επίπεδο τους και ήθελα να φτάσω στην τελική κλήση. Ήθελα να είμαι και εγώ σε ομάδες όπως αυτά τα παιδιά, με καταρτισμένους ανθρώπους γύρω μου. πήγαμε στην Αθήνα για να κυνηγήσω το μπάσκετ επαγγελματικά, να γίνει αυτό που θα με ακολουθήσει στη ζωή μου».
-Σε επηρέασε σαν παιδί το παρελθόν του πατέρα σου με δεδομένο ότι και αυτός αγωνίστηκε σε υψηλό επίπεδο;
Μ.Χ.: «Σίγουρα, όταν βλέπεις φωτογραφίες και άλμπουμ με τον πατέρα σου να αγωνίζεται στην Α1 κόντρα στο Γκάλη, όταν βλέπεις τα βραβεία και τα μετάλλια, παίρνεις κίνητρα. Ήθελα και εγώ να παίξω στις μεγάλες κατηγορίες. Ο πατέρας μου ήταν το κίνητρο μου. Δεν μου το επέβαλλε, μου το έμαθε, και με βοήθησε να το αγαπήσω».
-Τα πρώτα μαθήματα με το μπαμπά σαν προπονητή πώς ήταν;
Μ.Χ.: «Υπάρχουν δύο πρόσωπα για μένα στο μπάσκετ. Αυτό του μπαμπά και αυτό του προπονητή Τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα γιατί έπρεπε να διαχωρίσω μέσα μου ότι είναι άλλο ο μπαμπάς μου και άλλο ο προπονητής μου μέσα στο γήπεδο. Είναι ο προπονητής σου και έχεις μια πιο επαγγελματική σχέση, πρέπει να τον σέβεσαι. Με τα χρόνια χτίσαμε μια καλή σχέση και κατάφερα να διαχωρίσω τα δύο πρόσωπα μέσα μου. Ειδικά τα τελευταία χρόνια ήταν εξαιρετικά».
-Εσείς πώς ζήσατε αυτό το διπλό ρόλο; Υπήρχαν φορές που είπατε μέσα σας, είναι περισσότερο γιος μου;
Κ.Χ.: «Είναι δύσκολη η συνύπαρξη πατέρα και γιου. Θα πω μια αλήθεια. Ήταν πολύ κουραστικό. Γιατί θα έπρεπε συνέχεια να είμαι ένα απροσπέλαστο τείχος ηθικής και αξιοπρέπειας προς όλα τα παιδιά που μου εμπιστεύονταν οι γονείς του. Ο Μανώλης θα έπρεπε να αγαπηθεί μέσα από την προσπάθεια του και όχι μέσα από την ιδιότητα του και την προσφορά του. Φτάσαμε να είμαστε στον Ίκαρο Καλλιθέας και να διεκδικούμε την πρόκριση σε μία Πανελλήνια φάση και ο Μανώλης ήταν αρχηγός της Εθνικής. Φτάσαμε στα τελευταία χρόνια και όπως είπε ο Μανώλης ήταν ευλογία να είμαστε μαζί. Είχαμε φτάσει σε σημείο να χαιρόμαστε που είμαστε μαζί. Θεωρώ ότι και τώρα όπως γίνεται με τον μικρότερο μου γιο, τον Κωνσταντίνο, είναι μεγάλη χαρά, αλλά αν έχεις διακριτούς ρόλους και πείσει ο προπονητής-πατέρας ότι αυτή είναι η δουλειά μου και αυτά είναι τα όρια και ο αθλητής το καταλάβει τότε υπάρχει αποτέλεσμα. Πάνω από όλα όμως όταν είσαι προπονητής, είσαι προπονητής με όλους, δεν είσαι προπονητής για τον έναν. Και πιστέψτε με αν δεν ήταν σωστή και θεμιτή η συνεργασία μου με τον Μανώλη, δεν θα έκανε κίνηση ο Μίλωνας ώστε ο Κων/νος να έρθει στο Μίλωνα παρόλο που εγώ δεν ήθελα. Ο Κωνσταντίνος ήθελε και ήρθε στην ομάδα και είμαστε μαζί. Όταν είναι επιθυμία του παιδιού, ο γονιός θα πρέπει να το δει σοβαρά. Ξέρουνε ότι μπορεί να συνεργαστούμε ξανά, ποτέ δεν ξέρεις. Οι διακριτοί ρόλοι είναι ξεκάθαροι. Εμένα είναι η δουλειά μου και κρίνομαι με βάση τη δουλειά μου, όχι το παιδί μου».
-Έρχεται η ώρα που σε παρακολουθεί η ΑΕΚ, σου καταθέτει την πρόταση της και γίνεσαι μέλος της. Πώς συνέβη η όλη διαδικασία και πώς την έζησες εσύ;
Μ.Χ.: «Ήταν τότε που ήμασταν στον Ίκαρο Καλλιθέας και όταν είχε τελειώσει το πρωτάθλημα, ήρθε ο μπαμπάς με τον μάνατζερ μου και μου είπαν πως έχουμε κάποιες προτάσεις για τη νέα σεζόν αλλά έχουμε και μία πρόταση της ΑΕΚ για εγγυημένο συμβόλαιο. Δεν είναι μια προσφορά που λες ένα ναι ή ένα όχι. Το συζητήσαμε και είπαμε ναι για πολλούς λόγους. Πρώτα από όλα για την προοπτική γιατί όταν υπογράφεις συμβόλαιο με την ΚΑΕ σημαίνει πάρα πολλά και σου δίνεται η ευκαιρία να πρωταγωνιστήσεις κάποια στιγμή στο μέλλον. Σίγουρα και το οικονομικό έπαιξε το ρόλο του γιατί είναι καλό να έχεις ένα εισόδημα στην ηλικία που βρίσκομαι. Έφυγα από το παιδικό και ήρθα στο εφηβικό της ΑΕΚ. Έκανα όμως προπονήσεις και στο ανδρικό και ατομικές και έχουμε μία εξαιρετική συνεργασία».
-Έρχεται λοιπόν αυτή η ώρα και για πρώτη φορά διαχωρίζεται ξεκάθαρα ο ρόλος πατέρα-προπονητή. Τι τον συμβουλέψατε εσείς για το μέλλον του;
«Να πω καταρχάς ότι πριν έλεγα για διακριτούς ρόλους. Επειδή ο κάθε γονιός δεν μπορεί να ξέρει τα πάντα, ασχέτως αν αυτός είναι 31 χρόνια στο μπάσκετ, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι είναι για αυτή τη δουλειά και αυτοί είναι οι εκπρόσωποι. Δεν μου αρέσει να λέω μάνατζερ γιατί στην Ελλάδα έχει μια άσχημη ταμπέλα. Όταν ένα παιδί χρειαστεί πραγματικά εκπρόσωπο, είναι καλό να τον έχει, δεν χρειάζεται όμως να τον έχει για ψύλλου πήδημα. Όταν δε, φτάνεις στο σημείο και το επίπεδο του Μανώλη χρειάζεται ένας άνθρωπος για να τρέξει ορισμένες διαδικασίες. Θεωρώ ότι είχαμε και έχουμε τον καλύτερο, τον κ. Μάριο Ολύμπιο, τον οποίο και ευχαριστώ γιατί εκτός από το ότι ενδιαφέρεται επαγγελματικά για το Μανώλη και το μέλλον, έδειξε και ένα παραπάνω ενδιαφέρον για τον ίδιο σαν άνθρωπο και εμένα με άγγιξε. Όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια, δεν είναι όλοι οι εκπρόσωποι ίδιοι ή όλοι οι προπονητές και δεν είναι ωραίο να τους βάζουμε στο ίδιο καλάθι. Φυσικά το να μπορέσει κάποιος να ανταπεξέλθει και τα όνειρα του να γίνουν πραγματικότητα είναι ο ίδιος. Από εκεί και πέρα η συμβουλή είναι συμβουλή. Καλό είναι τις αποφάσεις να τις παίρνει μόνος του για να μπορεί να το στηρίξει κιόλας. Αν είναι απόφαση τρίτων, όταν δεν θα του είναι πια επιθυμία, θα του είναι μια αγγαρεία. Πρέπει να αποφασίζει κάποιος μόνος του, αν έχει και την ωριμότητα και θεωρώ ότι ο Μανώλης είναι πολύ ώριμο παιδί. Η απόφαση του ήταν να πάει στην ΑΕΚ αν και είχε και άλλες προτάσεις. Δεν θα το κρύψω, ήθελα να πάει στην ΑΕΚ γιατί όταν συναντήθηκα με τον κ. Αγγελόπουλο, μου έδειξε το καλύτερο του πρόσωπο. Και μέχρι στιγμής ο Μανώλης είναι απόλυτα ευχαριστημένος με την ομάδα αλλά και εγώ σαν γονιός».
-Έχετε ζήσει τα καλά του μπάσκετ, αλλά και τα πιο άσχημα. Υπήρξαν φορές που σκεφτήκατε να του πείτε ότι υπάρχει και αυτή η πλευρά;
«Όσο και να λες σε έναν άνθρωπο μη, δεν το καταλαβαίνει. Είναι πολύ καλύτερο να το ζήσει, να έχει μέτρο σύγκρισης και να γίνει πιο δυνατός, πιο σοφός και να παίρνει αυτός τις αποφάσεις. Το μη είναι μια ομπρέλα προστασίας και να κάνει τις επιθυμίες μου. το θέμα όμως δεν είναι να γίνονται οι επιθυμίες μου, αλλά οι δικές του. Αν δεν κάνει λάθη, δεν θα φτάσει ποτέ ψηλά. Μια ήττα είναι πολύ ευεργετική, σε κάνει πολύ καλό παίκτη. Μία νίκη κρύβει χίλια λάθη. Το λέω πάντα ότι ο σύμμαχος του αθλητή είναι η ήττα, εκεί φανερώνονται οι αδυναμίες και τα λάθη. Εάν ξέρεις να τη διαχειριστείς θα πας πολύ καλά, γιατί δεν είναι όλα στη ζωή μας ρόδινα».
-Τα όνειρα σου μέχρι πού φτάνουν μπασκετικά; Τι είναι αυτό που θες να ζήσεις στο μέλλον;
Μ.Χ.: «Δεν θέλω να βάλω ταβάνι στα όνειρα μου. γενικά έχω βάλει σαν στόχο στη ζωή μου να ζήσω πράγματα. Θέλω να παίξω σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν είναι με την ΑΕΚ ακόμα καλύτερα. Θέλω να παίξω στην Εθνική Ελλάδος, μέχρι στιγμής παίζω στα παιδικοεφηβικά. Θέλω να ζήσω αυτή τη στιγμή να φορέσω τη φανέλα της Εθνικής και να λάβω την αγάπη του κόσμου γιατί νομίζω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη διάκριση. Θέλω να φτάσω σε αυτό το σημείο είτε είμαι πρώτος είτε δωδέκατος παίκτης. Δεν θέλω όμως να περιοριστώ στην Ελλάδα συλλογικά, θέλω να φτάσω στο υψηλότερο επίπεδο, δεν βάζω όρια».
-Πρότυπα είχες; Πέραν του πατέρα σου δηλαδή.
Μ.Χ.: «Πρότυπο μου είναι ο Πάου Γκασόλ. Θέλω να του μοιάσω σε αρκετά πράγματα, έχουμε κάποια κοινά στοιχεία. Παίζουμε την ίδια θέση, είμαι παίκτης ρακέτα, είμαι ομαδικός. Έχει υπάρξει ηγέτης της εθνικής του ομάδας και τον θαυμάζω γιατί είναι ένας μορφωμένος άνθρωπος, έχει σπουδάσει και όταν τελειώσει με το μπάσκετ θα έχει να ασχοληθεί με κάτι ακόμα και είναι πρότυπο μου και για αυτό το λόγο. Έχω φυσικά και άλλα πρότυπα όπως τον Πρίντεζη και τον Μπουρούση, αλλά πάντα τα κοιτάζω όλα».
-Δεν σας είχε προλάβει σαν αθλητή. Θα θέλατε όμως να σας είχε δει να αγωνίζεσθε;
Γ.Χ.: «Θα ήθελα βέβαια να με δει. Με έβλεπε όμως από κάποιες κασέτες από αγώνες που έχουμε στο σπίτι. Του την έδειξα μια φορά εγώ γιατί μου έλεγε πάντα ότι ήθελε να με δει όταν αγωνιζόμουν».
-Πώς ήταν εκείνη η στιγμή;
Μ.Χ.: «Τη θυμάμαι εκείνη τη στιγμή. Ο πατέρας μου σε εκείνο τον αγώνα ήταν στην ίδια ηλικία με εμένα περίπου. Το να βλέπεις έναν άνθρωπο που έχεις μεγαλώσει μαζί του και ειδικά όταν τον έβλεπα να παίζει σε διαφορετική θέση από μένα γιατί έπαιζε στο 2-3 και εγώ στο 4-5 και απορούσα πώς ήξερε να μου πει τόσα πολλά πράγματα για τη θέση μου. Τον έβλεπα να παίζει, να σουτάρει, να παίρνει σκριν, ήταν εξαιρετικό θέαμα. Έβλεπα τον πατέρα μου να αγωνίζεται στην Α1».
Γ.Χ.: «Η άλλη κασέτα ήταν σε έναν αγώνα με τον Πειραϊκό σε Παγκόσμιο Διασυλλογικό στη Γαλλία. Τότε υπήρξε ένα διεθνές τουρνουά, μαζεύονταν όλοι οι σύλλογοι και παίζαμε με τους Αμερικανούς. Είχα διακριθεί κιόλας, είχα βγει και δεύτερος στον κόσμο στα καρφώματα και είχα βάλει και 15 πόντους».
-Γενικά το σπίτι ζει και αναπνέει για το μπάσκετ.
Γ.Χ.: «Να πω ότι το σπίτι ζει και αναπνέει και κάναμε τη σύζυγο που είναι νηπιαγωγός και με άλλα ενδιαφέροντα, να αγαπήσει το μπάσκετ. Αρχικά μέσα από εμένα ως παίκτης και προπονητής και στη συνέχεια μέσω των παιδιών, αγάπησε πραγματικά το μπάσκετ και της αρέσει το άθλημα. Η προσφορά της είναι τεράστια και θα ήθελα από εδώ να την ευχαριστήσω γιατί τρέχει για τα παιδιά αλλά και για τα δικά μου όνειρα. Είναι μια σύζυγος που ενώ και αυτή έχει όνειρα, κάνει τη δουλειά τριών ανθρώπων».
-Σκέφτηκες ποτέ να πεις ότι, δεν αντέχω άλλο, τα παρατάω;
Μ.Χ.: «Τέλος δεν είπα ποτέ. Αλλά μετά από ήττες, κακές εμφανίσεις και όταν είσαι μικρός, υπάρχουν απογοητεύσεις. Δεν είναι και εύκολο να το διαχειριστείς. Είχα και ένα βεβαρυμμένο πρόγραμμα στην ενηλικίωση μου. είναι φάσεις που κουράζεσαι και λες δεν πάει άλλο, να κάνω ένα βήμα πίσω. Πιο μικρός το σκεφτόμουν. Τώρα αποζητάω την προπόνηση και νομίζω είναι αυτό που διαχωρίζει τον επαγγελματία από αυτόν που το βλέπει ερασιτεχνικά. Το ζητάω ο οργανισμός μου πλέον και θέλω να προπονούμαι συνέχεια».
-Πριν λίγες μέρες μαθαίνετε ότι πέρασε στο Οικονομικό της Αθήνας. Πώς νιώσατε αυτή την επιτυχία και σε σχέση με το μπάσκετ;
Γ.Χ.: «Είναι πολύ μεγάλη επιτυχία γιατί ο Μάνος για να καταφέρει κάτι τέτοιο υπήρξαν στιγμές που από το ΟΑΚΑ προς το σπίτι διάβαζε μέσα στο αυτοκίνητο. Κάποιες στιγμές ξυπνούσα μέσα στη νύχτα και τον έβλεπα να διαβάζει. Ένιωσα μεγάλη χαρά, όχι γιατί πήγε στο Πανεπιστήμιο, αλλά για το γεγονός ότι έχει μάθει να δίνει και να πετυχαίνει το στόχο του. Πολλές φορές βέβαια, μπορείς να δώσεις το είναι σου και να μην πετύχεις, γι’ αυτό και λέμε ότι σημασία έχει το ταξίδι. Όταν κάνεις όμως αυτές τις υπερβολές στο διάβασμα και βλέπεις το παιδί να περνάει, είναι μεγάλη η χαρά γιατί και εγώ μπορώ να πω μετά στους αθλητές μου όταν μου λένε ότι δεν προλαβαίνουν να έρθουν στην προπόνηση, ότι αυτό δεν ευσταθεί. Ότι θέλεις μπορείς να το πετύχεις».
-Προπονητικά αυτή την περίοδο είστε στο Μίλωνα.
Γ.Χ.: «Είμαι στο Μίλωνα, είμαι ευτυχισμένος. Είναι μια ομάδα που μου έχει δώσει από αγάπη έως εμπιστοσύνη και σεβασμό. Είχα χρόνια να αισθανθώ τέτοια χαρά. Ζητάω μέσα στην ημέρα να πάω να κάνω προπόνηση, όπως έλεγε πριν και ο Μάνος. Έχω δύο τμήματα που πιστεύω ότι μπορώ να πρωταγωνιστήσουμε μέχρι το Πανελλήνιο. Έχω κάποιες προτάσεις και από ανδρικά αλλά και γυναικεία τμήματα. Εμένα με ενδιαφέρει να βλέπω όραμα, αλλά κυρίως μεράκι για αυτό που γίνεται, δεν με ενδιαφέρει αν είναι γυναίκες, άνδρες ή παιδιά».
-Υποθετικά θα θέλατε ποτέ να συνεργαστείτε ξανά;
Γ.Χ.: «Έχω πει σε συζήτηση μας στο σπίτι ότι ποτέ έπαιζαν στην ίδια ομάδα ο Μάνος με τον Κωνσταντίνο θα ήταν εξαιρετικό γιατί ο ένας συμπληρώνει τον άλλο και θα ήταν ιδανικά να ήμουν και εγώ προπονητής. Θα είχαμε μια μπασκετική οικογένεια (γέλια). Όλα αυτά βέβαια είναι υποθετικά αλλά δεν ξέρω αν θα ήμουν συγκινημένος ή ακόμα πιο υπεύθυνος. Ήδη η συνύπαρξη μας με το Μανώλη ήταν ονειρική, πέρασα φανταστικά, ιδίως η τελευταία χρονιά στον Ίκαρο πριν τη μεταγραφή του».
Μ.Χ.: «Άμα γινόταν θα συνεργαζόμασταν εξαιρετικά. Πρώτα από όλα γιατί έχουμε διαχωρίσει τους ρόλους μας. Αλλά κυρίως γιατί αυτός μας έχει μάθει το μπάσκετ, έχουμε την ίδια ιδεολογία, την ίδια φιλοσοφία πάνω στο μπάσκετ, ο καθένας λίγο διαφορετικά εννοείται και δεν θα ήταν δύσκολο να συνυπάρξουμε».
-Πώς ζήσατε τον πρώτο του επαγγελματικό αγώνα, με δεδομένο ότι πέτυχε και 20 πόντους; Ήσασταν στο γήπεδο;
Γ.Χ.: «Ήταν μία πάρα πολύ όμορφη στιγμή αναμφίβολα. Δεν έχω πάει στο γήπεδο και από επιλογή και λόγω χρόνου. Με τον κ. Κεραμιδά ήμασταν συνεργάτες στις Εσπερίδες, αλλά δεν έχουμε μιλήσει από τότε που πήγε ο Μανώλης στο Μαρούσι. Κάναμε μια επιλογή με τη συναίνεση της ΑΕΚ που μας βοήθησε πολύ σε αυτό και την ευχαριστώ. Κανένας παίκτης δεν προοδεύει μόνο με προπόνηση, πρέπει να παίξει αγώνες. Θα πρέπει να δυσκολευτεί. Το να βλέπει πόσο καλά παίζουν οι πρωτοκλασάτοι παίκτες, διαφέρει κατά πολύ από το να παίζεις εσύ. Χίλιες φορές καλύτερα να αποκτάς μπασκετικά χιλιόμετρα, από το να βλέπεις τι θα μπορούσες να είχες κάνει. Βλέπω παιδιά να παραμένουν σε υψηλό επίπεδο χωρίς να παίζουν. Κατά τη γνώμη μου αυτό θα τους έρθει μπούμερανγκ γιατί αυτά τα παιδιά δεν έχουν μάθει να αγωνίζονται και σε αυτό το επίπεδο το λάθος θα έχει κόστος στον αγώνα, στην προπόνηση δεν θα αλλάξει κάτι αν κάνει λάθος κάποιος στην προπόνηση. Θα πρέπει να αρπάξουν την ευκαιρία που θα τους δοθεί».
-Με δεδομένο ότι ο Μάνος είναι σε ομάδα της Α2 και με δεδομένο ότι είναι ένα πρωτάθλημα με μεγάλο μέσο όρο ηλικίας, τι γνώμη έχετε εσείς πάνω σε αυτή τη λογική που ακολουθούν οι ομάδες;
Γ.Χ.: «Για μένα είναι πολύ καλό που υπάρχουν οι έμπειροι παίκτες που ολοκληρώνουν την καριέρα τους στην Α2, διότι είναι ένα σχολείο για τους μικρούς, εάν φυσικά είναι η παιδεία τους και τέτοια που μπορούν να μεταλαμπαδεύσουν και τις δικές τους εμπειρίες θα είναι πολύ καλό. Εάν όμως δεν δεχθούν πολλά παιδιά στην Α2 κάνουν κακό όχι μόνο στα παιδιά, αλλά και στην κατηγορία. Το να αγωνίζεται ένας 40χρονος πάει να πει ότι υπάρχει χώρος. Θα έπρεπε να μην υπάρχει χώρος για αυτούς τους ανθρώπους που τους σέβομαι φυσικά και τους εκτιμώ. Τελειώνουν τα παιδιά το εφηβικό και τελειώνουν και το μπάσκετ. Θα έπρεπε η Ομοσπονδία να επιβάλλει οι ομάδες της Β’ Εθνικής να έχουν παίκτες από τέτοιες ηλικίες. Αυτή τη στιγμή βλέπουμε έναν μικρό και πολλούς περισσότερους μεγάλους».
-Τι θα θέλατε να τους ευχηθείτε για τη ζωή του και την καριέρα του;
Γ.Χ.: «Πρωτίστως υγεία. Οι συγκυρίες να είναι μαζί του. Να είναι πάντα συνεπής και να εκτιμά όσους τον εκτιμούν και ελπίζω και εύχομαι να μην έχει ταβάνι».
-Εσύ από την πλευρά σου είσαι σε μία ιστορική ομάδα, όπως είναι το Μαρούσι, με δεδομένο ότι βλέπει φέτος να δημιουργείται κάτι καινούριο;
Μ.Χ.: «Από το λίγο που έχω ζήσει το Μαρούσι αυτούς τους δύο μήνες, θέλω να πω ότι αυτό που βλέπει ο κόσμος είναι η πραγματικότητα, είμαστε μία οικογένεια. Και θέλω να ευχαριστήσω τη διοίκηση, τους συμπαίκτες μου και τον κόουτς Κεραμιδά για τον τρόπο που με αγκάλιασαν και με ενέταξαν στην ομάδα. Σίγουρα ο κόσμος έχει δείξει την πίστη του στην ομάδα που ήρθαν και στην Αμαλιάδα και την Κω. Παλεύουμε όλα τα παιχνίδια και ο κόσμος το εκτιμά. Παλέψαμε το παιχνίδι με τον Κόροιβο και τον Ιπποκράτη, πήραμε τα παιχνίδια με την Καβάλα που ήταν must win και τον Ηρακλή. Βγάζουμε μπασκετική υγεία, κοιτάμε παιχνίδι με το παιχνίδι και θέλουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα».
ΠΗΓΗ: BASKETBLOG.GR