
''Στο μπάσκετ έκανα μόνο φίλους''!
Επί σειρά ετών έβαλε το δικό του «λιθαράκι» στην ανάπτυξη του μπάσκετ στα Δωδεκάνησα… Και ως προπονητής και ως αθλητής και ως παιδαγωγής (είναι πλέον Γυμνασιάρχης στο «Βενετόκλειο») προσέφερε πολλά πράγματα, αποτελώντας παράδειγμα για το ήθος και την πορεία του στο χώρο του μπάσκετ. Ο λόγος για τον Βασίλη Καλαποδάκη, που έριξε τους τίτλους τέλους στην προπονητική του καριέρα και μοιράστηκε τις σκέψεις αλλά και τις ωραίες στιγμές του στον Μάκη Δούβαλη. Ιδού τα όσα είπε:
Για την απόφαση του να σταματήσει την προπονητική: «Ναι το σκέφτηκα καλά. Ήταν μία απόφαση που την είχα στο μυαλό μου, είμαι γεμάτος από την προπονητική και πιστεύω ότι για κάθε πράγμα υπάρχει το πλήρωμα του χρόνου. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να με μεταπείσει κανείς, εκτός κι αν έχω πρόταση από ομάδα Α1 Κατηγορίας (σ.σ. γελάει)…
Για τα πρώτα του βήματα στην προπονητική: «Τα πρώτα μου προπονητική βήματα ήταν το 1978 ως νεαρός τότε προπονητής στα τμήματα υποδομής του Κολοσσού. Μετά όταν πήγα φοιτητής στην Αθήνα, έπαιζα… ηλεκτρονικά στην πλατεία Εξαρχείων, με βρήκε τυχαία ο πρόεδρος τότε του συλλόγου Ανδρέας Μαζαράκης και έτσι έπαιξα εκεί ως φοιτητής, ενώ έκανα και τον προπονητή στα τμήματα υποδομής του Αστέρα. Εκεί έμεινα μέχρι και το 1984, που επέστρεψα στη Ρόδο. Στον Κολοσσό ήμουν αθλητής και έκανα και τον προπονητή».
Για το πως κόλλησε το «μικρόβιο» των… πάγκων: «Μου άρεσε πάντα η προπονητική και η επαφή με τα παιδιά. Αμέσως είδα ότι το έχω. Αγάπησα το μπάσκετ και προσπάθησα να βελτιώνομαι όσο μπορώ. Ο καθένας πορεύεται με βάση τις ικανότητες και τις δυνατότητες του. Πιστεύω ότι θα μπορούσα να πετύχω περισσότερα πράγματα στην προπονητική, αν το είχα δει πιο επαγγελματικά. Στη ζωή μου ήθελα το μπάσκετ να είναι συνδυασμός, του ερασιτεχνισμού και του χόμπι μου. Μαζί φυσικά με τη δουλειά ως εκπαιδευτικός στα σχολεία».
Για την εκπαιδευτική του ιδιότητα: «Από το 1986 είμαι στην εκπαίδευση. Είναι σημαντικό να ασχολείσαι με τα παιδιά. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να βλέπουμε στα σχολεία αλλά και στα αναπτυξιακά προγράμματα είναι η διαμόρφωση χαρακτήρων. Να μεταφέρουμε στα παιδιά τις αρχές που πρέπει να έχουν ως προσωπικότητες, πειθαρχεία, σεβασμό, συνεργασία, αλληλεγγύη και ευγενή άμιλλα. Από κει και πέρα, αν υπάρχει το ταλέντο, θα βγει από μόνο του και το παιδί θα προχωρήσει».
Για το αντίο του στην προπονητική: «Όταν διαβάζω το άρθρο που έγραψες στο 12sports, δακρύζω. Είναι πολύ συγκινητικό και σ’ ευχαριστώ πολύ. Με πήραν πάρα πολλοί φίλοι από την Αθήνα, παλιοί μου αθλητές, προπονητές. Πάρα πολλοί. Είναι ένα κλίμα δικαίωσης, καταξίωσης και ικανοποίησης».
Για την καλύτερη στιγμή της καριέρας του: «Η καλύτερη μου στιγμή έγινε αρκετά νωρίς. Το 1986 ως προπονητής των εφήβων του Κολοσσού πήγαμε στο final-6, που διεξήχθη στην Τρίπολη. Αργότερα τα παιδιά αυτά στήριξαν και επάνδρωσαν την ανδρική ομάδα. Άλλη μία σημαντική στιγμή για μένα ήταν όταν καταφέραμε να ανεβάσουμε τον Κολοσσό από τη Γ’ στη Β’ Εθνική το 1992. Τότε ήμουν βοηθός προπονητής του Γιώργου Ματσαμά. Πέρασα και από τον Γ.Α.Σ. Ιάλυσος και από τον Κολοσσό ως head coach. Άλλα χρόνια τότε, ελάχιστο scouting, πιο ρομαντικές στιγμές».
Για το γεγονός ότι εργάστηκε και στις τρεις μεγάλες ομάδες του νησιού: «Και με τις τρεις μεγάλες ομάδες του νησιού είχα πάντα καλές σχέσεις. Δεν έχω καμία κακή ανάμνηση από τα τρία σωματεία. Είμαι τυχερός στο κομμάτι αυτό. Είναι θέμα χαρακτήρα, δεν μου αρέσουν οι ρήξεις και δεν αντιδρώ εν βρασμώ ψυχής. Έχω τεράστια υπομονή και ως άνθρωπος. Με την καλοσύνη και το σεβασμό, μπορούν να λυθούν όλα τα θέματα».
Για τις εμπειρίες του: «Έχω κερδίσει απίστευτες εμπειρίες. Έκανα φίλους, γύρισα όλη την Ελλάδα, παίξαμε σε μεγάλα γήπεδα. Μετά ήρθε η επαφή με τα παιδιά των ακαδημιών και εισπράττεις την αγάπη τους. Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα για έναν προπονητή και παιδαγωγό. Όταν περπατώ στο δρόμο είναι ωραίο να σε φωνάζουν ‘’κόουτς’’ και ‘’δάσκαλε’’. Έφτασα στο σημείο να έχω παίκτες, παιδιά των πρώην αθλητών μου».
Για τα παιδιά του: «Προς το παρόν ο μικρός μου γιός πάει στο τζούντο. Θα προσπαθήσουμε από φέτος για το μπάσκετ. Ο μεγάλος μου γιος ήταν πολλά χρόνια μέσα στο γήπεδο, αλλά σταμάτησε όταν πήγε φοιτητής. Εκεί χάνονται πολλά παιδιά. Όσοι έπαιξαν μπάσκετ ενώ σπούδαζαν, όταν επέστρεψαν στελέχωσαν τις ομάδες και ακόμη συνεχίζουν».
Οι συμβουλές που δίνει στους νέους προπονητές: «Πρέπει να είναι καλά διαβασμένοι και ενημερωμένοι. Να αγαπούν το μπάσκετ και να αφιερώνουν πολλές ώρες μέσα στο γήπεδο. Πρώτα πρέπει να αγαπήσουν τα παιδιά και μετά να γίνουν αυστηρός και να κάνουν παρατηρήσεις. Το κυριότερο που πρέπει να έχουν είναι τεράστια υπομονή λόγω του εθνικού μας συστήματος. Δεν είναι το μπάσκετ ο πρώτος στόχος των παιδιών. Το μπάσκετ πλέον είναι η… αλάνα της δικής μας εποχής. Πρέπει να εκτονωθούν κάπου, άρα εμείς οφείλουμε να τους δώσουμε ένα κίνητρο για να βάλουν το μπάσκετ μετά από τα μαθήματα τους».
Συνδυάζεται το μπάσκετ με τα μαθήματα; «Συνδυάζονται πολύ δύσκολα. Υπάρχει το σχολείο, τα φροντιστήρια και οι απογευματινές δραστηριότητες, που είναι πάρα πολλές. Εκεί εξαρτάται από την οικογένεια, τι προτεραιότητες θα βάλει στο παιδί. Στα παλαιότερα χρόνια εμείς δεν έπρεπε να μάθουμε τρεις ξένες γλώσσες, δεν πηγαίναμε φροντιστήριο σε όλα τα μαθήματα. Τα παιδιά είναι επιφορτισμένα πλέον και δυστυχώς όσο περνούν τα χρόνια η ζωής τους γίνεται πιο δύσκολη. Πιστεύω ότι κάθε χρόνο είναι και χειρότερα και αυτό φαίνεται και από τα πολλά παχύσαρκα παιδιά.
Για την ιστορία που θυμάται όταν ήταν μικρός: «Πήγα να παίξω μπάσκετ στον Δωριέα σε ηλικία 12 ετών και ο πατέρας μου δεν υπέγραψε το δελτίο, γιατί τότε ήταν ένα είδους ταμπού ο αθλητισμός, ένα είδος… αλητείας. Έπαιξα μετά στο εφηβικό του Κολοσσού από μόνος μου».
Για κάποιες καλές και κακές στιγμές: «Με τον Κολοσσό στη Β’ Εθνική παίζαμε στο ανοιχτό γήπεδο μπροστά με 2.500 κόσμο. Το 1984 είχε έρθει ο Ηρακλής, ο Πανιώνιος και ο Παναθηναϊκός και κάναμε τουρνουά στο ανοιχτό γήπεδο. Τότε ο Κολοσσός ήταν μία παρέα. Το 1991 σταμάτησα ως αθλητής λόγω… μέσης. Δεν έχω κάτι άσχημο που να θυμάμαι. Το μόνο άσχημο στον αθλητισμό είναι οι τραυματισμοί. Είχα κι εγώ, όχι σοβαρούς αλλά επίπονους. Μην ξεχνάς ότι είμαι στη γενιά που μεγάλωσε στα.. τσιμέντα.
Για το μπάσκετ στη Ρόδο: «Όπως λέμε ότι ο Νίκος Γκάλης άλλαξε το μπάσκετ στην Ελλάδα, στη Ρόδο το… άλλαξε ο Παύλος Διάκουλας. Μάθαμε πολλά μαζί του, από επαγγελματισμό, συνέπεια και τεχνική. Σημαντικά παραδείγματα ήταν επίσης ο Βασίλης Κουγιός και ο Γιώργος Ματσαμάς, οι οποίοι πήγαιναν πρώτοι στο γήπεδο και έφευγαν τελευταίοι».
Για τα τελευταία του χρόνια στην προπονητική: «Επέστρεψα το 2010 στις υποδομές του Διαγόρα. Καταφέραμε με τις γενιές του 1996 και μετά να πάρουμε τα πάντα. Ήμουν από τους βασικούς συντελεστές και βγάλαμε παιδιά ταλαντούχα, που παίζουν μπάσκετ σε εθνικές κατηγορίες. Ένιωσα πολύ καλά. Μετά επέστρεψα στον Κολοσσό και τα τελευταίο δύο χρόνια ήμουν στον Διαγόρα, όπου προσπαθήσαμε να οργανώσουμε το σωματείο».
Για την επόμενη μέρα: «Δεν θέλω να φύγω από το μπάσκετ. Πιστεύω ότι θα βρω ένα ρόλο που μου ταιριάζει, έτσι ώστε να μοιραστώ τις εμπειρίες μου. Ασχολούμαι και με την τοπική αυτοδιοίκηση, είμαι πρόεδρος στο Βάτι».
Για μία άγνωστη ιστορία του 1987: «Το 1987 ήρθε η Εθνική Ανδρών στη Ρόδο, μετά την κατάκτηση του χρυσού στο Ευρωμπάσκετ. Τότε ο πρόεδρος της Τ.Ε. Ε.Ο.Κ. Αντώνης Οίκουτας είπε να κάνουμε τουρνουά σε διάφορα χωριά του νησιού. Για πρώτη φορά τότε, ο Διαγόρας Βατίου κατέβασε ομάδα μπάσκετ στο ανοιχτό του Αρχαγγέλου. Είχε πάει τότε η Εθνική ομάδα στον Αρχάγγελο. Ωραία ιστορία.
Για το δωδεκανησιακό μπάσκετ του σήμερα: «Το δωδεκανησιακό μπάσκετ είναι πολύ υποβαθμισμένο. Με το ζόρι συμπληρώνουμε ομάδες στο ανδρικό. Και το οξύμωρο είναι ότι έχουμε ένα εργασιακό πρωτάθλημα με 20 ομάδες. Διαλύθηκαν πολλά σωματεία. Στο θέμα των υποδομών υπάρχει μία μαζικότητα. Μετά θέλει εξειδικευμένο πλάνο για να βοηθηθούν τα ταλέντα. Η κρίση έχει χτυπήσει τα αναπτυξιακά προγράμματα και δεν υπάρχουν κονδύλια, άρα πρέπει μόνοι μας πρέπει να δούμε πώς να φτιάξουμε μικτές ομάδες και να βρούμε χορηγίες. Να στέλνουμε κάποια παιδιά στα κλιμάκια για να τα δουν από κοντά. Πρέπει να έρχονται και στη Ρόδο προπονητές να δουν τα παιδιά».
Για τα ταλέντα: «Ταλέντα υπάρχουν και τα βλέπουμε. Ανταγωνιζόμαστε ισάξια ομάδες από την Κρήτη και χάνουμε στο παρά πέντε. Υπάρχουν πολλά παιδιά που αγωνίζονται στις εθνικές κατηγορίες. Θέλουμε όμως το κάτι παραπάνω, θέλει δουλειά και ανθρώπους. Ιδέες υπάρχουν αλλά όχι τα χρήματα. Το σημαντικό είναι ότι έχουμε γονείς που στηρίζουν τα παιδιά τους. Οι γονείς πληρώνουν τις συνδρομές και τα ταξίδια».
Για τον Κολοσσό: «Είναι δυνατόν να έχουμε το προνόμιο να έχουμε επί σειρά ετών ομάδα στην Α1 και να μην έχουμε τα παιδιά στα γήπεδα; Είναι δυνατόν να μην γεμίζει το γήπεδο στα παιχνίδια του Κολοσσού; Δεν θέλω να σκέφτομαι τη στιγμή που θα πέσει ο Κολοσσός στην Α2».
Για το δικό του ευχαριστώ: «Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους που με βοήθησαν και στην αθλητική και στην προπονητική μου καριέρα. Ένα μεγάλο κεφάλαιο της ζωής μου ήταν αφιερωμένο στον Κολοσσό από τον οποίο ξεκίνησα και ως παίκτης και είχα την τιμή και να είμαι και προπονητής. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Διαγόρα και τον Γ.Α.Σ. Ιάλυσος αλλά και σε όλους αυτούς που με πίστεψαν ώστε να βάλω ένα μικρό λιθαράκι στο μπάσκετ».